- σιαλογραφία
- και σιελογραφία, η, Νακτινογραφική απεικόνιση ενός σιαλογόνου αδένα και ειδικότερα τής παρωτίδας ή τού υπογναθίου, ύστερα από έγχυση στον εκφορητικό του πόρο σκιαγραφικής ουσίας, αδιαπέραστης από τις ακτίνες Χ.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sialography < σίαλον «σάλιο» + -γραφία*].
Dictionary of Greek. 2013.